Research Centre for the Humanities (RCH)
EN / ΕΛ
Research Centre for the Humanities (RCH)

The Study of the Human Past

«Επανορθώνοντας το παρελθόν: Οι γερμανικές αποζημιώσεις για το Ολοκαύτωμα των Ελλήνων Εβραίων»

Δρουμπούκη Άννα-Μαρία

ΈρευναΗμερίδαΑποτελέσματα ΈρευναςΣύντομο ΒιογραφικόΔημοσιεύσεις

Συνοπτική Περιγραφή Έρευνας

Για τους περισσότερους επιζώντες της Σοά (Ολοκαύτωμα), το τέλος του πολέμου το 1945 δεν σηματοδότησε το τέλος της βίας, του φόβου, των διώξεων και της αδικίας. Αυτές οι παράμετροι υπογραμμίζουν με εντονότερα χρώματα το γεγονός ότι μένει ακόμα να γραφτεί μια πλήρης μεταπολεμική ιστορία των επιζώντων στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, μια καταγραφή της ανασύνθεσης της εβραϊκής ζωής απ’ το μηδέν. Η επιστροφή των επιζώντων υπήρξε δύσκολη, η επανένταξή τους δυσκολότερη και αντίστοιχη με τον αποκλεισμό της εμπειρίας τους από το εθνικό αφήγημα. Είναι απόλυτα ενδεικτικό των προθέσεων του ελληνικού κράτους το ότι παρέπεμπε τους επαναπατρισθέντες στην Υπηρεσία Αλλοδαπών για καταγραφή. Η ψυχρή υποδοχή των επιζώντων της ναζιστικής κόλασης ήταν το ελάχιστο προανάκρουσμα μιας μεταπολεμικής πολιτικής η οποία θα στρεφόταν σύντομα στο «πάγωμα» των μελλοντικών διεκδικήσεων για τη δίκαιη επιστροφή των κλαπεισών περιουσιών στους δικαιούχους τους. Στόχος είναι να δοθούν στη μελέτη οι διεθνείς διαστάσεις του φαινομένου που στη βιβλιογραφία έχει ονομαστεί «υλικές διαστάσεις του Ολοκαυτώματος» (material effects of the Holocaust). Είναι γεγονός πως τα τελευταία χρόνια έχουμε επιστρέψει σε μια κοινωνική και πολιτισμική ιστορία των Εβραίων στη Σοά, που αφήνει στην άκρη τα κλασικά ερωτήματα και δίνει έμφαση στα ιστορικά υποκείμενα και στον τρόπο με τον οποίο βίωναν τις συνθήκες της εποχής. Ποια ήταν τα μεταπολεμικά αιτήματα των Ισραηλιτικών Κοινοτήτων της Ελλάδας προς τη Δυτική Γερμανία; Μέσα από το αρχειακό υλικό που εντοπίστηκε στα αρχεία του Υπουργείου Εξωτερικών (Βερολίνο), αλλά και στα αρχεία της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης και του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου, θα μελετηθεί η δύσκολη επιστροφή των Ελλήνων Εβραίων και τα μεταπολεμικά αιτήματα για την καταβολή των γερμανικών αποζημιώσεων. Θα αξιοποιηθούν επίσης για τη μελέτη αυτή το άγνωστο και ανεξερεύνητο ως τώρα αρχείο του Ο.Π.Α.Ι.Ε (Οργανισμός Περιθάλψεως και Αποκαταστάσεως Ισραηλιτών Ελλάδος) και της Υ.Δ.Ι.Π. (Υπηρεσία Διαχείρισης Ισραηλιτικών Περιουσιών).

Η έρευνα της κ. Δρουμπούκη ενισχύθηκε οικονομικά από το ΚΕΑΕ με τη χρηματοδότηση του Κοινωφελούς Ιδρύματος Ιωάννη Σ. Λάτση.

Ημερίδα

“Νέες προσεγγίσεις για το Ολοκαύτωμα των Εβραίων στην Ελλάδα”

Σάββατο 18 Ιουνίου 2016, 16.00 – 20.30
Ιστορικό Αρχείο Πανεπιστημίου Αθηνών, Σκουφά 45

Διοργάνωση Ημερίδας: Άννα Μαρία Δρουμπούκη (Μεταδιδακτορική Υπότροφος, Κέντρο Έρευνας για τις Ανθρωπιστικές Επιστήμες)

 

DROUMPOUKH_HMERIDA_18-06-2016_PHOTO2        DROUMPOUKH_HMERIDA_18-06-2016_PHOTO1

 

Πρόγραμμα Ημερίδας

16.00-16.20  Καλωσόρισμα & Εισαγωγή στην προβληματική της ημερίδας: Άννα Μαρία Δρουμπούκη & Φίλιππος Κάραμποτ

 

16.25-17.10  Οικονομική πολιτική και εβραϊκές περιουσίες

Πρόεδρος: Δέσποινα Παπαδημητρίου

Βασίλης Μανουσάκης: «Χθες φτωχοί, αύριο πλούσιοι»: Η αρπαγή εβραϊκών περιουσιών ως μέσο οικονομικής πολιτικής και ατομικού πλουτισμού στην γερμανική «Νέα Ευρώπη»

Ιάσονας Χανδρινός: «Για να μην πλουτίσουν άδικα σε βάρος των Εβραίων»: Η διαχείριση των εβραϊκών περιουσιών της Θεσσαλονίκης και οι ελληνογερμανικές εμπορικές συναλλαγές, 1943-1944

 

17.15-18.25  Η διαχείριση και η πρόσληψη του ζητήματος των εβραϊκών περιουσιών

Πρόεδρος: Χριστίνα Κουλούρη

Μαρία Καβάλα & Κωστής Κορνέτης: Ο ελληνικός κρατικός μηχανισμός και η διαχείριση των εβραϊκών περιουσιών  της Θεσσαλονίκης

Ιωσήφ Βαένα: Ιστορία και μικροϊστορία: Οι περιπέτειες του πολυέλαιου της συναγωγής Σαρφατή πριν και μετά την λεηλασία του κατά την διάρκεια της Κατοχής

Αλεξάνδρα Πατρικίου: «Ο αγώνας για αποκατάσταση»: Το ζήτημα των περιουσιών στον εβραϊκό τύπο (1945-1949)

 

18.30-19.40  Δικαστικές διαδρομές στον μεταπολεμικό κόσμο

Πρόεδρος: Χάγκεν Φλάισερ

Χάρη Δελλοπούλου: Διαδρομές εφαρμογής του ν. 1180/1944 στο Ειδικό Δικαστήριο Αθηνών

Ευάγγελος Χεκίμογλου: Η νομική φύση του καταστραφέντος εβραϊκού νεκροταφείου

Άννα Μαρία Δρουμπούκη: Επανορθώνοντας το παρελθόν: Οι γερμανικές αποζημιώσεις για το Ολοκαύτωμα των Ελλήνων Εβραίων

 

19.45-20.30  Στρογγυλή Τράπεζα

Στράτος Δορδανάς (Πανεπιστήμιο Μακεδονίας)

Φίλιππος Κάραμποτ (King’s College London)

Βασίλης Ριτζαλέος (Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης)

 

Συμμετέχοντες:

Ιωσήφ Βαένα (https://thess.gr/blog/author/mayor-rison)

Στράτος Δορδανάς (Πανεπιστήμιο Μακεδονίας)

Χάρη Δελλοπούλου (Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας)

Άννα Μαρία Δρουμπούκη (Πάντειο Πανεπιστήμιο)

Μαρία Καβάλα (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης)

Φίλιππος Κάραμποτ (King’s College)

Κωστής Κορνέτης (Παν/μιο Κάρλος ΙΙΙ, Μαδρίτη)

Χριστίνα Κουλούρη (Πάντειο Πανεπιστήμιο)

Βασίλης Μανουσάκης (Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο)

Δέσποινα Παπαδημητρίου (Πάντειο Πανεπιστήμιο)

Αλεξάνδρα Πατρικίου (Πάντειο Πανεπιστήμιο)

Βασίλης Ριτζαλέος (Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης)

Χάγκεν Φλάισερ (Πανεπιστήμιο Αθηνών)

Ιάσονας Χανδρινός (University of Regensburg)

Ευάγγελος Χεκίμογλου (Εβραϊκό Μουσείο Θεσσαλονίκης)

DROUMPOUKH-HMERIDA-PHOTO
Επιμνημόσυνη δέηση στο κατεστραμμένο εβραϊκό νεκροταφείο Θεσσαλονίκης το 1945 ( https://collections.ushmm.org/search/catalog/pa1181562 )

Έρευνα: «Επανορθώνοντας για το παρελθόν: οι γερμανικές αποζημιώσεις για το Ολοκαύτωμα των Ελλήνων Εβραίων»

Ερευνήτρια: Δρ. Άννα Μαρία Δρουμπούκη

Η έρευνα «Επανορθώνοντας για το παρελθόν: οι γερμανικές αποζημιώσεις για το Ολοκαύτωμα των Ελλήνων Εβραίων» χρηματοδοτήθηκε από το Κέντρο Έρευνας για τις Ανθρωπιστικές Επιστήμες (ΚΕΑΕ) για το έτος 2016, με την υποστήριξη του Κοινωφελούς Ιδρύματος Ιωάννη Σ. Λάτση.

Για τους περισσότερους επιζώντες της Σοά (Ολοκαύτωμα), το τέλος του πολέμου το 1945 δεν σηματοδότησε το τέλος της βίας, του φόβου, των διώξεων και της αδικίας. Αυτές οι παράμετροι υπογραμμίζουν με εντονότερα χρώματα το γεγονός ότι μένει ακόμα να γραφτεί μια πλήρης μεταπολεμική ιστορία των επιζώντων στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, μια καταγραφή της ανασύνθεσης της εβραϊκής ζωής απ’ το μηδέν. Η επιστροφή των επιζώντων υπήρξε δύσκολη, η επανένταξή τους δυσκολότερη και αντίστοιχη με τον αποκλεισμό της εμπειρίας τους από το εθνικό αφήγημα. Είναι απόλυτα ενδεικτικό των προθέσεων του ελληνικού κράτους να παραπέμπει τους επαναπατρισθέντες στην Υπηρεσία Αλλοδαπών για καταγραφή. Η ψυχρή υποδοχή των επιζώντων της ναζιστικής κόλασης ήταν το ελάχιστο προανάκρουσμα  μιας μεταπολεμικής πολιτικής η οποία θα στρεφόταν σύντομα στο «πάγωμα» των μελλοντικών διεκδικήσεων για την δίκαιη επιστροφή των κλαπεισών περιουσιών στους δικαιούχους τους.

Οι γερμανικές αποζημιώσεις στο ευρωπαϊκό πλαίσιο

Το ζήτημα των γερμανικών αποζημιώσεων έχει απασχολήσει τα τελευταία χρόνια τους ιστορικούς, διευρύνοντας τα πλαίσια και τις ιστορικές προοπτικές της Σοά. Τα μεταπολεμικά αιτήματα των εβραϊκών κοινοτήτων στην Ευρώπη, και ειδικά σε χώρες όπως η Γερμανία, η Γαλλία, η Πολωνία, η Ιταλία, συνδέονταν με τις αλλαγές στο συμβολικό ρεπερτόριο του πολιτικού και επίσημου λόγου, τις μεταλλαγές στους εθνικούς μύθους και τις ερμηνευτικές εκδοχές αναφορικά με το ρόλο της δικαιοσύνης. Ακόμα και οι χώρες που διεκδικούσαν πολεμικές αποζημιώσεις σθεναρά και διεκδικητικά, ήταν ανήμπορες να κατανοήσουν το μέγεθος της εβραϊκής απώλειας και να αποκαταστήσουν τις κοινότητες εντός των συνόρων τους. Είναι γεγονός πως τα τελευταία χρόνια έχουμε επιστρέψει σε μια κοινωνική και πολιτισμική ιστορία των Εβραίων στη Σοά, που αφήνει στην άκρη τα κλασικά ερωτήματα και δίνει έμφαση στα ιστορικά υποκείμενα και στον τρόπο με τον οποίο βίωναν τις συνθήκες της εποχής.

Ερωτήματα της έρευνας

Ποια ήταν τα μεταπολεμικά αιτήματα των Ισραηλιτικών Κοινοτήτων της Ελλάδας προς τη Δυτική Γερμανία; Μέσα από το αρχειακό υλικό που εντοπίστηκε στα αρχεία του Υπουργείου Εξωτερικών (Βερολίνο), αλλά και στα αρχεία της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης και του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου, ανιχνεύτηκε η δύσκολη επιστροφή των Ελλήνων Εβραίων και τα μεταπολεμικά αιτήματα για την καταβολή των γερμανικών αποζημιώσεων.

Ποια ήταν τα μεταπολεμικά αιτήματα των Ισραηλιτικών Κοινοτήτων της Ελλάδας; Στόχος αυτής της διεπιστημονικής έρευνας είναι η ανασύνθεση του ιδιότυπου «κινήματος για τις αποζημιώσεις» (ο όρος αποτελεί δάνειο απ’ τη γερμανική λέξη Entschädigungsbewegung), ως ανθρώπινο δράμα με τις μεγάλες ή μικρές επιτυχίες και αποτυχίες, και ως άγνωστο κεφάλαιο στην μεταπολεμική ιστοριογραφία για τους Έλληνες Εβραίος. Μια συγκριτική επισκόπηση των συζητήσεων για τις αποζημιώσεις στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες θα βοηθήσει να αντιληφθούμε τις πρωτοβουλίες, θεσμικές και «από τα κάτω», που ανέλαβαν άλλα κράτη για να αποκαταστήσουν τους Εβραίους τους. Πώς διαδραματίστηκε η ζωή μετά τη Σοά, ειδικά την πρώτη περίοδο όταν και οι Εβραίοι παρέμεναν σιωπηλοί, ενώ οι θύτες, οι συμμέτοχοι, οι “bystanders” αποκαθίστανται και καταφέρνουν να προσπεράσουν τις ενοχικές τους μνήμες; Τι έκανε η Ελλάδα για τους Εβραίους της, και ποια ήταν τα προγράμματα αποκατάστασης και ανακούφισης γι’ αυτούς; Με ποια κριτήρια δόθηκαν οι αποζημιώσεις και τι έγινε με τους χαρακτηρισμένους ως «κομμουνιστές» και αυτούς που στη διάρκεια του Εμφυλίου εξορίστηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης της Μακρονήσου ή μετανάστευσαν; Και είναι υπερβολικό το επιχείρημα ότι μετά το 1945 πολλοί Έλληνες, ειδικά σε επίσημα θεσμικά πόστα, χαρακτήριζαν τους Εβραίους ως «μη Έλληνες» ή «εχθρική μειονότητα»; Τι ρόλο έπαιξαν στη διεκδίκηση των αποζημιώσεων οι σύνδεσμοι των επιζώντων και το Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο, καθώς και διεθνείς οργανισμοί όπως η Joint Distribution Committee ή η Claims Conference; Τέλος, πώς επηρέασε όλη αυτή η ιστορία την εικόνα της Γερμανίας στην Ελλάδα, αποκαταστάθηκε ή πολλαπλασιάστηκαν οι οδυνηρές μνήμες λόγω των ανεπαρκών αποδόσεων των αποζημιώσεων;

Στόχοι της μελέτης

Στόχος δεν είναι να δοθούν ακριβείς στατιστικές και ποσοστά, ούτε να καταγραφεί σε αυτή τη μελέτη το πόσοι Έλληνες Εβραίοι τελικά έλαβαν γερμανικές αποζημιώσεις, άλλωστε κάτι τέτοιο τελικώς καθίσταται σχεδόν αδύνατο λόγω των ελάχιστων αρχειακών διαθεσιμοτήτων. Αυτό είναι ένα ερώτημα στο οποίο δεν έχει απαντήσει ακόμα η έρευνα, τη στιγμή που οι λίστες των δικαιούχων βρίσκονται στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους χωρίς δυνατότητα πρόσβασης σε αυτές. Ωστόσο, μέσα απ’ την παρακολούθηση και καταγραφή όλων των διεργασιών τις δεκαετίες ’50- ’60 θα καταστεί απολύτως σαφές ότι η περιπέτεια για τη νόμιμη διεκδίκηση αποζημιώσεων ήταν μια πορεία προς την αυτοσυνειδησία των ίδιων των κοινοτήτων, με πολλά εμπόδια, ενδοκοινοτικές διαφωνίες, έντονες διαμάχες και, φυσικά, αδικίες εις βάρος των θυμάτων από τα γραφειοκρατικά προσκόμματα και την απροθυμία πρόσδωσης νοήματος στα αιτήματα των Ελλήνων Εβραίων από γερμανικής και ελληνικής πλευράς. Περισσότερο μας ενδιαφέρει όχι το πόσοι έλαβαν χρήματα, αλλά το πόσοι πέθαναν χωρίς να δουν ποτέ τις επιθυμίες τους για ορθοπόδηση να ευοδώνονται μετά από την ανείπωτη δυστυχία που βίωσαν στα στρατόπεδα και στα γκέτο. Δεν πρόκειται για υπερβολή εάν πούμε ότι η ιστορία των αποζημιώσεων ήταν μια μακρά ψυχοφθόρα διαδικασία προς την αυτοαναίρεση και τη ματαίωση των όποιων ελπίδων για απόδοση δικαιοσύνης σε έναν κόσμο ήδη βαθιά θρυμματισμένο και δικαιϊκά αποστεγνωμένο. Να σημειωθεί, ότι γίνεται αναφορά μόνο στη Δυτική Γερμανία, καθώς η Ανατολική αποποιήθηκε των ευθυνών για το «Τρίτο Ράιχ» και αρνήθηκε να καταβάλλει αποζημιώσεις.

Ερευνητικά ζητούμενα

Σε αυτή τη μελέτη στόχος ήταν να δοθούν οι διεθνείς διαστάσεις του φαινομένου που στη βιβλιογραφία έχει ονομαστεί «υλικές διαστάσεις του Ολοκαυτώματος» (material effects of the Holocaust).[1] Είναι γεγονός πως τα τελευταία χρόνια έχουμε επιστρέψει σε μια κοινωνική και πολιτισμική ιστορία των Εβραίων στη Σοά, που αφήνει στην άκρη τα κλασικά ερωτήματα και δίνει έμφαση στα ιστορικά υποκείμενα και στον τρόπο με τον οποίο βίωναν τις συνθήκες της εποχής.[2] Αδικούμε τους επιζώντες όταν επικεντρώνουμε τις μελέτες μας μόνο στη Σοά και όχι στα εξήντα- εβδομήντα χρόνια που επακολούθησαν.[3] Γι’ αυτό και σε αυτή τη μελέτη, επιλέχθηκε να δοθεί βάρος στις ιστορίες και στις μαρτυρίες όσων επέστρεψαν απ’ τα στρατόπεδα και βίωσαν τις συνθήκες εγκατάλειψης στην μεταπολεμική Ελλάδα. Απ’ την άλλη, το ζήτημα των αποζημιώσεων έχει απασχολήσει τα τελευταία χρόνια τους ιστορικούς σε άλλες χώρες, διευρύνοντας τα πλαίσια και τις ιστορικές προοπτικές της Σοά. Τα μεταπολεμικά αιτήματα των εβραϊκών κοινοτήτων στην Ευρώπη, και ειδικά σε χώρες όπως η Γερμανία, η Γαλλία, η Πολωνία, η Ιταλία, συνδέονταν με τις αλλαγές στο συμβολικό ρεπερτόριο του πολιτικού και επίσημου λόγου, τις μετατοπίσεις στους εθνικούς μύθους και τις ερμηνευτικές εκδοχές αναφορικά με το ρόλο της δικαιοσύνης στην αποκατάσταση των ιστορικών αδικιών. Ακόμη και οι χώρες που διεκδικούσαν πολεμικές αποζημιώσεις σθεναρά και διεκδικητικά, ήταν ανήμπορες να κατανοήσουν σε βάθος το μέγεθος της εβραϊκής απώλειας και να αποκαταστήσουν τις κοινότητες εντός των συνόρων τους.

Η μελέτη επικεντρώνεται στο γεγονός ότι για την ανασυγκρότηση των κοινοτήτων στην Ελλάδα, χρειάστηκε να συγκροτηθεί μια οργανωτική εμπειρία που βασιζόταν στην «ανθρωπιστική γραφειοκρατία» και στη βοήθεια που θα παρεχόταν απ’ τους διεθνείς οργανισμούς.[4] Αυτή η γραφειοκρατία της διεθνούς βοήθειας, η «μηχανική της βοήθειας», αναλύεται μέσα απ’ τη μελέτη των αρχείων του ΚΙΣ και την αλληλογραφία που διατηρούσε τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες με οργανισμούς όπως η Joint Distribution Committee και η Claims Conference. Οι ευαίσθητοι μεταπολεμικοί κοινωνικοπολιτικοί συσχετισμοί υπαγόρευαν την συνάντηση της ανθρωπιστικής με τις εθνικές γραφειοκρατίες, και στην περίπτωση των γερμανικών αποζημιώσεων έχουμε τη διασταύρωση τριών γραφειοκρατιών, της ελληνικής, της γερμανικής, και της αμερικάνικης. Η βάση στην οποία στήθηκε το μεταπολεμικό πολιτικό τοπίο ήταν σύνθετη, και με έντονο το στοιχείο της πολυπλόκαμης γραφειοκρατίας, η οποία πολλές φορές ενείχε τα στοιχεία ενός οριενταλιστικού λόγου. Γεννιούνται ανθρωπιστικοί οργανισμοί, μεταλλάσσονται, υπαγορεύουν πολύπλοκες διαδικασίες οικονομικού «πατερναλισμού», επιζητούν την άμεση ανταπόκριση των κατακερματισμένων εβραϊκών κοινοτήτων στην Ελλάδα με αυστηρά κριτήρια που τίθενται για την παροχή οικονομικής βοήθειας, αναδύονται νέα διαχειριστικά πρότυπα και νέα παραδείγματα «κυβερνητικής μηχανικής».[5] Είναι αναμφισβήτητο το γεγονός ότι η δεκαετία του 1950 ήταν η κρίσιμη περίοδος και η βάση πάνω στην οποία ανασυγκροτήθηκαν οι κοινότητες μέσω μιας ανθρωπιστικής αναδόμησης.

Μέσα από το αρχειακό υλικό που εντοπίστηκε στα αρχεία του Υπουργείου Εξωτερικών (Βερολίνο), στο Ομοσπονδιακό Αρχείο Γερμανίας (Koblenz), στο International Tracing Service στο Bad Arolsen, αλλά και στα αρχεία της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης (ΑΙΚΘ) και του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου (ΚΙΣ), ερευνάται η δύσκολη επιστροφή των Ελλήνων Εβραίων και τα μεταπολεμικά αιτήματα για την καταβολή αποζημιώσεων και για την απόδοση των περιουσιών που είχαν κλαπεί.[6] Για το ζήτημα της αποκατάστασης των περιουσιών, ερευνήθηκαν οι γερμανικοί νόμοι BRÜG και BEG, οι οποίοι αποτέλεσαν για όλες τις ευρωπαϊκές κοινότητες της Ευρώπης (με την εξαίρεση της Ελλάδας) την κύρια πηγή των αποζημιώσεων για κλαπείσες περιουσίες που μεταφέρθηκαν στα εδάφη του «Τρίτου Ράιχ». Αξιοποιήθηκε επίσης για τη μελέτη αυτή ένα άγνωστο και αταξινόμητο τμήμα του αρχείου του ΚΙΣ που βρίσκεται στην πλατεία Βάθης.

Σύμφωνα με τη Ρίκα Μπενβενίστε, εκκρεμεί ακόμη η συγγραφή μιας «ολοκληρωμένης ιστορίας» (σύμφωνα με τον όρο που χρησιμοποιεί ο μεγάλος ιστορικός Σαούλ Φρίντλεντερ) των εβραϊκών κοινοτήτων της Ελλάδας, λαμβάνοντας υπόψιν σοβαρά την ποικιλομορφία των ελληνοεβραϊκών κοινοτήτων, συνθέτοντας τις ατομικές και συλλογικές εβραϊκές πηγές, τις εβραϊκές μαρτυρίες και τα αρχειακά τεκμήρια. Εάν θέλουμε να συλλάβουμε τις επιπτώσεις της γενοκτονίας, τονίζει η Μπενβενίστε, θα πρέπει να διερωτηθούμε για τις συνθήκες της επιστροφής των επιζώντων, για τα μεταπολεμικά χρόνια, για την ανασυγκρότηση των κοινοτήτων, για την οικονομική κατάσταση, για τη μεταπολεμική μετανάστευση των επιζώντων στο Ισραήλ ή αλλού.[7] Σε όλο αυτό το σκηνικό το ελληνικό κράτος ήταν απόν, η σιωπή του απέναντι σε όλους αυτούς τους ανθρώπους που αγωνίζονταν να (ξανα)πιάσουν το νήμα του βίου τους ήταν εκκωφαντική. Διατρέχοντας όλα εκείνα τα έγγραφα των δεκαετιών του ’50 και του ’60 στο αρχείο του ΚΙΣ και του ΟΠΑΙΕ, συνειδητοποίησα ότι η καθημερινότητα εντός των κοινοτήτων απαιτούσε υπομονή, αναμονή και ετοιμότητα για την αντιμετώπιση του κάθε προβλήματος που παρουσιαζόταν. Οι ίδιες σκέψεις ισχύουν και για την απόδοση των (όποιων) αποζημιώσεων.

Σύμφωνα με τον Ιακώβ Σιμπή, «από την ανάγνωση των πρακτικών του ΚΙΣ προκύπτει η παντελής απουσία του ελληνικού κράτους από την προσπάθεια επαναπατρισμού και γενικά μια απογοητευτική αντιμετώπιση των εβραίων. Κανένας δεν καλωσόρισε τους επιζήσαντες, και το κράτος που διερχόταν μεγάλη οικονομική και πολιτική κρίση αρνήθηκε να παράσχει οποιαδήποτε βοήθεια στα θύματα διαμηνύοντάς τους να στραφούν προς τις δικές τους διεθνείς οργανώσεις. Είναι χαρακτηριστική η επισήμανση του αρχιραβίνου Αθηνών Ηλία Μπαρτζιλάι, σε συνέντευξη σε αγγλικές και αμερικανικές εφημερίδες, ότι ο τότε πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου τον δέχτηκε στο γραφείο του ευγενικά, όχι όμως φιλικά. Τον παρέπεμψε στον υπουργό Κοινωνικής Πρόνοιας, ο οποίος δεν έκανε τίποτε για την προώθηση των αιτημάτων του. Ωστόσο η μεγαλύτερη αντιπαράθεση των εβραϊκών κοινοτήτων με το ελληνικό κράτος είχε να κάνει με την άρνηση του τελευταίου να επιστρέψει άμεσα τις εβραϊκές περιουσίες, ακίνητες και κινητές».[8]

Οι επιζώντες των στρατοπέδων καλούνταν να προσαρμοστούν στις νέες μεταπολεμικές συνθήκες με νωπές ακόμη τις ζοφερές αναμνήσεις και την αβάστακτη αίσθηση της απώλειας. Αυτή τη φορά δεν τους περιφρουρούσαν φύλακες ναζιστικών κολαστηρίων, ούτε τους έφραζαν το δρόμο προς την ελευθερία ηλεκτροφόρα σύρματα. Τα νέα δεδομένα προϋπέθεταν αποθέματα δύναμης, τακτικές επιβίωσης και γερά νεύρα. Οι Έλληνες Εβραίοι, τις δύσκολες εκείνες πρώτες δεκαετίες, έπρεπε να θεμελιώσουν τα δίκαια αιτήματά τους, να εισακουστούν και να παγιώσουν τη θέση τους στον μεταπολεμικό χάρτη των διεκδικήσεων. Η εποχή της θυματοποίησης, των διώξεων και της απώλειας της στοιχειώδους ανθρώπινης αξιοπρέπειας μέσα στα στρατόπεδα είχε λήξει. Η ζωή μετασχηματιζόταν σε ένα καθημερινό διακύβευμα και σε μια μάχη με πολιτικές, κοινωνικές και δικαιϊκές προεκτάσεις.

Στη μελέτη επιχειρήθηκε να αποδομηθεί το επιχείρημα που αποτελεί παγιωμένο μύθο ότι μόνο οι Εβραίοι της Ελλάδας αποζημιώθηκαν από τη Γερμανία, και όχι τα άλλα θύματα του ναζισμού. Το θέμα των αποζημιώσεων στους επιζώντες της Σοά παρουσίασε εξ αρχής δυσκολίες, όχι μόνο όσον αφορά τις αρχειακές διαθεσιμότητες, αλλά και λόγω της νομικής του υπόστασης. Τα ιστορικά εργαλεία δεν είναι πάντοτε επαρκή για να ερευνηθεί ένα θέμα με πολύπλοκες πολιτικές, νομικές, ανθρωπιστικές διαστάσεις. Επιπλέον, η ελληνική βιβλιογραφία για το ζήτημα είναι ουσιαστικά ανύπαρκτη, πολλώ δε μάλλον η συγκριτική διάσταση των αποζημιώσεων σε ένα διεθνές πλαίσιο. To ζήτημα της ορολογίας είναι επίσης νευραλγικό. Στη βιβλιογραφία υπάρχουν οι εξής όροι: Restitution, Reparations, Apology, όλοι στο ίδιο συγκείμενο περιγράφοντας την αποκατάσταση μέσω της επιστροφής αγαθών που είχαν κλαπεί, την αποζημίωση που αφορά την υλική απόδοση ως αντίκρισμα για κάτι που δεν μπορεί να δοθεί πίσω -η ίδια η ζωή- και την απολογία ως την λεκτική αποδοχή της ενοχής και την έκφραση συγνώμης.[9] Σε αυτή τη μελέτη προτιμήθηκε ο όρος «αποζημιώσεις», ακριβώς επειδή περιγράφεται η πολύπλοκη διαδικασία απόδοσης χρημάτων στις εβραϊκές κοινότητες της Ελλάδας.

Σύμφωνα με τον Φίλιππο Κάραμποτ, «αναμφισβήτητα, πρόσφατες εργασίες έχουν τεκμηριώσει και ερμηνεύσει τη συμβολή και τη συμμετοχή μηχανισμών, φορέων και αξιωματούχων όχι μόνο της Ελληνικής Πολιτείας αλλά και συλλογικοτήτων της Θεσσαλονίκης στο διωγμό των Εβραίων, την καταστροφή της πολιτισμικής τους κληρονομιάς και την καταλήστευση και οικειοποίηση των περιουσίων τους. Εν τέλει όμως, εξακολουθεί να παραμένει ζητούμενο τί θεωρούμε ως «περιουσία»: κινητή και ακίνητη, τιμαλφή και κοσμήματα, καταθέσεις και μετοχές, χρυσές λίρες και ράβδους, έργα τέχνης και βιβλία; Πιθανόν όλα ή, μάλλον, σίγουρα όλα αυτά και άλλα πολλά, αν πάρουμε ως μπούσουλα τα σχετικά νομοθετήματα της Κατοχής και τους νόμους της πρώιμης μετακατοχικής περιόδου. Αναρωτιέμαι όμως αν αυτό αρκεί. Αν θέλουμε να προσπαθήσουμε να περιγράψουμε το πώς οι εβραίοι επιζώντες και οι κληρονόμοι τους –το ίδιο το ιστορικό υποκείμενο δηλαδή– πορεύτηκαν στον «αγώνα της αποκαταστάσεώς τους» και διαχειρίστηκαν το ζήτημα της αποζημιώσεώς τους, θεωρώ ότι μια ενόραση που εστιάζει στις υλικές διαστάσεις και μόνο των σημαινόμενων του σημαίνοντος «περιουσία» είναι ανεπαρκής».[10]

Με βάση αυτή τη διασταλτική ερμηνεία του όρου «περιουσία» που επιχειρεί ο Κάραμποτ, ανέλυσα την πρακτική των αποζημιώσεων ως μια δυναμική διαδικασία που δεν έχει ολοκληρωθεί μέχρι σήμερα.[11] Μερικοί ιστορικοί έχουν προτείνει να συμπεριληφθεί η μελέτη του κεφαλαίου των αποζημιώσεων στη γενικότερη μελέτη της έννοιας της Transitional Justice, κάτι ωστόσο που δεν μπορεί να γίνει εύκολα καθώς η «μεταβατική δικαιοσύνη» αφορά διαδικασίες που πραγματοποιούνται σε ένα σύντομο διάστημα μετάβασης από μια δικτατορία σε δημοκρατικό πολίτευμα. Στην περίπτωση των γερμανικών αποζημιώσεων, έχουμε δικαστικές διαδικασίες που διαρκούν δεκαετίες ολόκληρες εντός δημοκρατικών κοινωνιών, και όχι μόνο ένα συγκεκριμένο μεταβατικό διάστημα.[12]

Συμπεράσματα

Το γερμανικό κοινοβούλιο συνεχίζει μέχρι πρόσφατα να θεσπίζει νόμους για αποζημιώσεις, όπως ο νόμος για τις αποζημιώσεις εργατών στα γκέτo (GhettoRentengesetz ZRBG). Το πρωτόγνωρο για τον εικοστό αιώνα φαινόμενο της απονομής τεράστιων αποζημιώσεων από τη Γερμανία, η συμφωνία μεταξύ Ισραήλ και Γερμανίας, ο πολιτικός διακανονισμός που ωφέλησε εντέλει και τις δύο πλευρές, ήταν οι καθοριστικοί παράγοντες στην ανάδυση της μεγάλης συζήτησης γύρω από την κουλτούρα της μεταμέλειας, της απολογίας και της συγγνώμης. Η Γερμανία είχε υποχρέωση να αναλάβει την ευθύνη για τη Σοά, προκειμένου να εξασφαλίσει την ομαλή δημοκρατική της μετάβαση, την υλική αποκατάσταση και την ενσωμάτωσή της στον δυτικό κόσμο. Η ρητορική της ενοχής δεν θα διέγραφε όσα ανεπανόρθωτα έγιναν, αλλά θα αναδομούσε εκ θεμελίων την κατεστραμμένη ηθικά και υλικά Γερμανία. Με τις γερμανικές αποζημιώσεις γεννήθηκε η μοντέρνα έννοια της επανόρθωσης για τις ιστορικές αδικίες.[13]

Οι πιο πρόσφατες περιπέτειες δείχνουν ότι το ζήτημα της απόδοσης ευθυνών και της απονομής δικαιοσύνης παραμένει πάντοτε ανοιχτό: Το 1997 η Ισραηλιτική Κοινότητα Θεσσαλονίκης κατέθεσε αγωγή ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης κατά του Γερμανικού Δημοσίου, χωρίς όμως αποτελέσματα, τουλάχιστον απ’ όσο έχει υποπέσει στην αντίληψη της γράφουσας. Στις 18 Αυγούστου 2015 η γερμανική κυβέρνηση απάντησε αρνητικά στην επερώτηση βουλευτών του κόμματος Die Linke, που αφορούσε την απόδοση χρηματικού ποσού στους Εβραίους της Θεσσαλονίκης.14

Για τους περισσότερους επιζώντες, το τέλος του πολέμου το 1945 δεν σηματοδότησε το τέλος της βίας, του φόβου, των διώξεων και της αδικίας. Αυτές οι παράμετροι υπογραμμίζουν με εντονότερα χρώματα το γεγονός ότι μένει ακόμα να γραφτεί μια πλήρης μεταπολεμική ιστορία των ελληνικών εβραϊκών κοινοτήτων και να γίνει μια καταγραφή της ανασυγκρότησης της εβραϊκής ζωής απ’ το μηδέν. Οι επιζώντες δεν αντιμετωπίστηκαν απ’ το ελληνικό κράτος ως άτομα χρήζοντα βοήθειας σε σχέση με τους υπόλοιπους Έλληνες, η βοήθεια περιοριζόταν μόνο σε υποσχέσεις.[14] Η «ψυχρή» υποδοχή των επιζώντων της ναζιστικής κόλασης ήταν το ελάχιστο προανάκρουσμα  μιας μεταπολεμικής πολιτικής η οποία θα στρεφόταν σύντομα στο «πάγωμα» των μελλοντικών διεκδικήσεων για την δίκαιη επιστροφή των κλαπεισών περιουσιών στους δικαιούχους τους.

Αυτό λοιπόν το κεφάλαιο, της επανόρθωσης για ένα παρελθόν που πέρασε αλλά ποτέ δεν έσβησε στις ψυχές των επιζώντων και των οικογενειών τους, δεν μπορεί παρά να γραφτεί χωρίς ουσιαστικό επίλογο, καθώς οι διεκδικήσεις των ελληνικών εβραϊκών κοινοτήτων στην ουσία ποτέ δεν ευοδώθηκαν όπως θα ήλπιζαν οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές της ιστορίας, τα θύματα της Σοά.

 


[1] Martin Dean, Constantin Goschler, Phillip Ther (επιμ.), Robbery and restitution, Berghahn Books, 2007.

[2] Η εξαιρετική μελέτη της Ρίκας Μπενβενίστε κατά τη γνώμη μου αποτελεί το έναυσμα για τη μετατόπιση του βλέμματος από τις μεγάλες αφηγήσεις στη μικρή κλίμακα, στη μικροϊστορία. Βλ. Ρίκα Μπενβενίστε, Αυτοί που επέζησαν. Αντίσταση, Εκτόπιση, Επιστροφή. Θεσσαλονικείς Εβραίοι στη δεκαετία του 1940, Πόλις, Αθήνα 2014, σ. 18-19.

[3] Βλ. και το άρθρο της εφημερίδας Haaretz “The Holocaust survivors’ untold story- what happened next”, 21.01.2015.

[4] Τον όρο της «ανθρωπιστικής γραφειοκρατίας» διατύπωσε η Ρίκα Μπενβενίστε στο workshop «Η δύσκολη επιστροφή. Οι Εβραίοι της Ελλάδας μετά το τέλος του πολέμου», που πραγματοποιήθηκε στο

Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας στις 20- 21 Φεβρουαρίου 2015.

[5] Οι διατυπώσεις αυτές ανήκουν στον Μήτσο Μπιλάλη, τον οποίο ευχαριστώ πολύ για τις χρήσιμες και γόνιμες παρατηρήσεις του.

[6] Με το ζήτημα του νομισματικού χρυσού έχει ασχοληθεί εκτενώς ο Κωνσταντίνος Μαγκλιβέρας. Κωνσταντίνος Μαγκλιβέρας, Το ζήτημα των πολεμικών επανορθώσεων για τις λεηλασίες κατά τη ναζιστική κατοχή της Ελλάδος: Η περίπτωση του νομισματικού χρυσού των Εβραίων, Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο Ελλάδος, Αθήνα 2009.

[7] Ρίκα Μπενβενίστε, Αυτοί που επέζησαν. Αντίσταση, Εκτόπιση, Επιστροφή. Θεσσαλονικείς Εβραίοι στη δεκαετία του 1940, Πόλις, Αθήνα 2014, σ. 15, 18.

[8] Ιακώβ Σιμπή, «Μια άγνωστη Οδύσσεια», Το Βήμα, 30.03.2008.

[9] Elazar Barkan, The Guilt of Nations. Restitution and Negotiating Historical Injustices, W.W. Norton&Company, Νέα Υόρκη/ Λονδίνο 2000, σ. xix.

[10] Φίλιππος Κάραμποτ, Εισαγωγή στον συλλογικό τόμο «Νέες προσεγγίσεις για το Ολοκαύτωμα των Εβραίων στην Ελλάδα/ Την επαύριον του Ολοκαυτώματος: Η επιστροφή στη Θεσσαλονίκη, 19441946», Άννα Μαρία Δρουμπούκη & Ευάγγελος Χεκίμογλου (εισαγωγή και επιμέλεια), Εβραϊκό Μουσείο Θεσσαλονίκης: Θεσσαλονίκη 2017.

[11] Jose Brunner, Norbert Frei, Constantin Goschler, “Komplizierte Lernprozesse. Zur Geschichte und Aktualität der Wiedergutmachung”, in: Jose Brunner, Norbert Frei, Constantin Goschler (Hrgs.), Die Praxis der Wiedergutmachung. Geschichte, Erfahrung und Wirkung in Deutschland und Israel, Wallstein, Göttingen 2009, σ. 12.

[12] Jose Brunner, Norbert Frei, Constantin Goschler, “Komplizierte Lernprozesse… ό.π. σ. 47.

[13] Elazar Barkan, The Guilt of Nations…σ. xxiv.  14 Eberhard Rondholz, “Alles vergessen, alles erledigt?“, Εξάντας, Δεκέμβριος 2015, τεύχος 23, σ.  30.

[14] Νίκος Τζαφλέρης, «Η αλληλεγγύη της εβραϊκής διασποράς προς τους Έλληνες Εβραίους μετά το Ολοκαύτωμα», διημερίδα Πανεπιστημίου Θεσσαλίας «Η δύσκολη επιστροφή. Οι Εβραίοι της Ελλάδας μετά το τέλος του πολέμου», 20- 21 Φεβρουαρίου 2015.

Η Άννα Μαρία Δρουμπούκη σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία και έλαβε μεταπτυχιακό δίπλωμα ειδίκευσης στις Μουσειακές Σπουδές στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Είναι διδάκτορας Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας στο ίδιο πανεπιστήμιο (2014). To βιβλίο της Μνημεία της Λήθης. Ίχνη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, που αποτελεί επεξεργασμένη μορφή της διδακτορικής της διατριβής, κυκλοφόρησε τον Ιούνιο του 2014 (εκδ. Πόλις). Ολοκλήρωσε τη μεταδιδακτορική της έρευνα  στο Κέντρο Έρευνας Νεότερης Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου το 2016 (Επανορθώνοντας το παρελθόν: οι γερμανικές αποζημιώσεις για το Ολοκαύτωμα των Ελλήνων Εβραίων, υπό έκδοση, 2018). Έχει εργαστεί ως επισκέπτρια ερευνήτρια στο Ινστιτούτο για τη Μελέτη της Εβραϊκής Ιστορίας και Κουλτούρας Simon Dubnow της Λειψίας (2009). Έχει συνεπιμεληθεί τον συλλογικό τόμο Η μακρά σκιά της δεκαετίας του ’40. Πόλεμος, Κατοχή, Αντίσταση, Εμφύλιος- τόμος αφιερωμένος στον Χάγκεν Φλάισερ (Αλεξάνδρεια 2015), από κοινού με τον Ιάσονα Χανδρινό το βιβλίο Η Θεσσαλονίκη στη γερμανική Κατοχή (Ποταμός, 2014) και με τον Ευάγγελο Χεκίμoγλου τον συλλογικό τόμο Την επαύριον του Ολοκαυτώματος: Νέες προσεγγίσεις για το Ολοκαύτωμα των Εβραίων στην Ελλάδα (Εβραϊκό Μουσείο Θεσσαλονίκης, 2017). Με τον Φίλιππο Κάραμποτ και τον Ιάσονα Χανδρινό επιμελείται τον τόμο Από τον διωγμό στην αποκατάσταση: Πτυχές της ιστορίας των Εβραίων της Ελλάδας, που θα εκδοθεί το 2018 (εκδ. Ποταμός). Είναι ιδρυτικό μέλος του Εργαστηρίου Μελέτης Νεότερου Ελληνικού Εβραϊσμού και διαχειρίστρια του Ψηφιακού Αρχείου Μαρτυριών Visual History Archive του USC Shoah Foundation στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Είναι επιστημονική υπεύθυνη του προγράμματος «Μνήμες από την Κατοχή στην Ελλάδα» του Ελεύθερου Πανεπιστημίου του Βερολίνου (http://www.occupation-memories.org/index.html).

 

 

 

Μονογραφίες

  • Επανορθώνοντας το Παρελθόν: Οι γερμανικές αποζημιώσεις για το Ολοκαύτωμα των Ελλήνων Εβραίων, Ποταμός 2018.
  • Μνημεία της Λήθης. Ίχνη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, Πόλις, Αθήνα 2014.

Επιμέλειες

  • Με Philip Carabott, Riki van Boeschoten, Bart Wallet, History Unwanted. Testimonies, Silence and Public Memory in Greece and the Netherlands, Sidestone Press and Netherlands Institute of Greece: Leiden, 2018.
  • Με Φίλιππο Κάραμποτ, Από τον διωγμό στην αποκατάσταση: Πτυχές της ιστορίας των Εβραίων της Ελλάδας, Ποταμός, Αθήνα 2018.
  • Με Ευάγγελο Χεκίμογλου, Την επαύριον του Ολοκαυτώματος: Νέες προσεγγίσεις για το Ολοκαύτωμα των Εβραίων στην Ελλάδα, Εβραϊκό Μουσείο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 2017.
  • Με Κατερίνα Γαρδίκα, Βαγγέλη Καραμανωλάκη, Κώστα Ράπτη, Πόλεμος, Κατοχή, Αντίσταση, Εμφύλιος. Η δεκαετία του ’40 και η μακρά σκιά της. Τιμητικός τόμος για τον Χάγκεν Φλάισερ, Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2015.
  • Με Ιάσονα Χανδρινό, Η Θεσσαλονίκη κατά τη Γερμανική Κατοχή, Ποταμός, Αθήνα 2014.

Άρθρα

  • „Personal Experiences in the post-Shoah Greece: The Case of Isaak Menahem Rousso“, Historein, Vol. 17 (2018).
  • „German Federal Compensation and Restitution Laws and the Greek Jews“, Yad Vashem Studies 45:1 (Spring 2017), σ. 155–177.
  • „Shaping Holocaust Memory in Greece: Memorials and Their Public History“, National Identities (April 2015), <DOI: 10.1080/14608944.2015.1027760>.
  • „Trivialization of World War Two and Shoah in Greece: Uses, Misuses and Analogies in Light of the current Debt Crisis“, Journal of Contemporary European Studies 21:2 (2013), σ. 190–201.
  • «28 χρόνια μετά: Μια αποτίμηση της δεκαετίας του 1940 και της προσφοράς του Χάγκεν Φλάισερ», Τα Ιστορικά, τόμος 57, Δεκέμβριος 2012, σ. 516–527.
  • «Οι διαιρεμένες μνήμες των μαρτυρικών χωριών: Η 13η Δεκεμβρίου στα Καλάβρυτα και οι αναπαραστάσεις της», Τα Ιστορικά, τόμος 56, Ιούνιος 2012, σ. 193–210.
  • «Στρατόπεδο Χαϊδαρίου: Όψεις της κατοχικής βιογραφίας μιας πόλης», Σύγχρονα Θέματα, τεύχος 116, Ιανουάριος- Μάρτιος 2012, σ. 73–79.
  • «Η θεσμική μνήμη του Ολοκαυτώματος στην Ελλάδα», The BooksJournal 25 (Νοέμβριος 2012), σ. 86–91.

Άρθρα σε συλλογικούς τόμους

  • Με Ιάσονα Χανδρινό, „The German Occupation and the Holocaust in Greece: A Survey“, στο: Dirk Moses, Giorgos Antoniou (επιμ.), The Holocaust in Greece, Cambridge University Press 2018.
  • «Η «δεύτερη ζωή» της σφαγής των Καλαβρύτων: ηθική, νομική και δημοσιογραφική προσέγγιση, 1945–2015», στο: Μαριλίζα Μητσού, Χρυσούλα Καμπά (επιμ.),  Η ασύμμετρη μνήμη της Κατοχής στην Ελλάδα και τη Γερμανία, Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2018.
  • „Das Distomo Massaker (10.6.1944): Das belastende Erbe eines unbewältigten NS- Verbrechens vom Kriegsende bis heute“, στο: Christine Schröder (επιμ.), Gewaltraum Mittelmeer? Strukturen, Erfahrungen und Erinnerung kollektiver Gewalt im Zeitalter der Weltkriege, Sonderheft Zeitschrift für Genozidforschung, Bochum 2018.
  • „Griechische Erinnerungsorte der Okkupationszeit – Eine vergleichende Analyse“, στο: Nikolas Pissis, Dimitris Karydas (επιμ.), 70 Jahre danach. Die deutsche Besatzungszeit in Griechenland, Berlin: Romiosyni, 2018.
  • «Δεν είμεθα επαίται, ούτε ζητούμε ελεημοσύνην από κανέναν: Oι γερμανικές αποζημιώσεις για το Ολοκαύτωμα των Ελλήνων Εβραίων», στο: Στράτος Δορδανάς, Νίκος Παπαναστασίου (επιμ.), O μακρύς ελληνογερμανικός εικοστός αιώνας: Οι μαύρες σκιές στην ιστορία των διμερών σχέσεων, Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη 2018.
  • «Ο αγώνας για την αποκατάσταση των ελληνικών εβραϊκών κοινοτήτων μέσα από τα γερμανικά αρχεία», στο: Άννα Μαρία Δρουμπούκη, Ευάγγελος Χεκίμογλου (εισαγωγή και επιμέλεια), Την επαύριον του Ολοκαυτώματος: Νέες προσεγγίσεις για το Ολοκαύτωμα των Εβραίων στην Ελλάδα, Εβραϊκό Μουσείο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 2017, σ. 175-187.
  • «Οδυνηρή μνήμη, διστακτική μνημειοποίηση: Ο πόλεμος και η γερμανική Κατοχή στην ελληνική συλλογική μνήμη», στο: Αγάθη Γεωργιάδου, Βασιλική Δεμερτζή (επιμ.), Ναζισμός. Το Ολοκαύτωμα των αξιών, Ρόδον, Αθήνα 2017, σ. 29- 37.
  • Με Χάγκεν Φλάισερ, «Κλειώ και Κλισέ: Η διπλωματία και τα ΜΜΕ της Γερμανίας απέναντι στην τηλεοπτική σειρά Holocaust», στο: Λήδα Παπαστεφανάκη, Άννα Μαχαιρά (επιμ.), Οι Εβραϊκές Κοινότητες ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση, 15ος- 20ος αιώνας: οικονομία, κοινωνία, πολιτική, πολιτισμός, Ισνάφι, Ιωάννινα 2016, σ. 326-345.
  • „Das posthum gespaltene Gedächtnis von Kalavryta: Die öffentliche Geschichtswahrnehmung des Massakers 1943 in der Nachkriegszeit“, στο: Chryssoula Kambas, Marilisa Mitsou (επιμ.), Erinnerungskultur und Geschichtspolitik der Okkupation Griechenlands (1941–44). Deutsch-griechisches Gedächtnis in Medien und LiteraturKöln-Weimar-Wien: Böhlau, 2015, S. 143–154.
  • «Oι πόλεμοι της μνήμης συνεχίζονται;», στο Κατερίνα Γαρδίκα, Άννα Μαρία Δρουμπούκη, Βαγγέλης Καραμανωλάκης, Κώστας Ράπτης (εισ., επιμ.), Πόλεμος, Κατοχή, Αντίσταση, Εμφύλιος. Η δεκαετία του ’40 και η μακρά σκιά της. Τιμητικός τόμος για τον Χάγκεν Φλάισερ, Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2015, σ. 395-419.
  • Λήμματα „LAOS“, „Chrisi Avgi“, στο: Wolfgang Benz (επιμ.), Handbuch des Antisemitismus. Judenfeindschaft in Geschichte und Gegenwart, Band 5, Berlin/Boston: De Gruyter/Saur, 2012, σ. 109-110, 367-368.
  • „Contemporary Greek History in abandonment: Sites of memory of Second World War and the use of memory in public history”, στο: Berteke Waaldijk, Carla Salvaterra, Izabella Agardi (επιμ.), Making Sense, Crafting History. Practices of Producing Historical Meaning, Pisa: Edizioni Plus Pisa University Press, 2010, σ. 75-91.
  • «Κοραή 4, μια φυλακή στο κέντρο της πόλης», στο: Σάββας Στρούμπος (επιμ.), Στη σωφρονιστική αποικία του Κάφκα, Νεφέλη, Αθήνα 2009, σ. 59-70.

Βιβλιοκριτικές

  • „Believe and Destroy: Intellectuals in the SS War Machine. Review of Christian Ingrao’s Book”, Historein, Nr. 14, 2014, σ. 108- 111.
  • «Η ανάδυση μιας δύσκολης μνήμης», Τα Ιστορικά, Ν. 58, Ιούνιος 2013, σ. 258-261.
  • „Consuming History. Historians and heritage in contemporary popular culture”, Historein, Nr. 10, 2010, σ. 172- 175.
  • «Η ενηλικίωση μιας γενιάς. Νέοι και νέες στην Κατοχή και στην Αντίσταση. Σκέψεις γύρω από το βιβλίο της Οντέτ Βαρών-Βασάρ», Επιστήμη και Κοινωνία, Ν. 22-23, 2009, σ. 250-256.